amolador - ορισμός. Τι είναι το amolador
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι amolador - ορισμός

PERSONA QUE AFILA CUCHILLOS, TIJERAS Y OTROS INSTRUMENTOS DE CORTE
Afilador de cuchillos (oficio); Amolador
  • Afilador en 2015 en el mercado de [[Cádiz]] (España).
  • izquierda
  • Goya]] hacia 1790. [[Museo de Bellas Artes de Budapest]].

amolador         
Sinónimos
sustantivo/adjetivo
1) afilador: afilador, artesano
adjetivo
amolador         
sust. masc.
El que tiene por oficio amolar armas o instrumentos.
amolador         
amolador (de "amolar") m. Afilador.

Βικιπαίδεια

Afilador

El afilador o amolador[1]​ es un comerciante ambulante, que ofrece sus servicios de afilar cuchillos, tijeras, navajas y otros instrumentos de corte.[2]​ En Occidente, ya es historia la imagen del artesano recorriendo las calles del pueblo o la ciudad anunciando su paso con el "pito del afilador" o "chiflo" (una pequeña flauta de Pan hecha de cañas y luego de plástico) con su breve melodía haciendo sonar las notas de su escala tonal, de graves a agudas y viceversa, como una escalerilla musical.[3]​ En el pasado, los afiladores solían ser también reparadores de paraguas.

Τι είναι amolador - ορισμός